κοινοποιήσω

κοινοποιήσω
κοινοποιέω
make common property
aor subj act 1st sg
κοινοποιέω
make common property
fut ind act 1st sg
κοινοποιέω
make common property
aor ind mid 2nd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • στηλιτεύω — ΝΜΑ [στηλίτης] 1. (στην αρχαιότητα) αναγράφω σε στήλη το όνομα ατόμου και την πράξη που έκανε, για διασυρμό και παραδειγματισμό νεοελλ. επικρίνω με δριμύτητα, στιγματίζω κάποιον φέρνοντας στη δημοσιότητα τις επονείδιστες πράξεις του μσν. αρχ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”